Συζητάμε στην Επιτροπή για τη γνωμοδότηση επί 4ων νέων αιολικών σταθμών και 2 φωτοβολταϊκών με συνολική παραγόμενη ισχύ 127,8 MW (όσο δηλαδή τα πρώτα εργοστάσια της ΔΕΗ στη Μεγαλόπολη!).
Αυτό συμβαίνει την ίδια στιγμή που υπάρχει υπερπροσφορά παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ, πολύ πάνω από την εγχώρια ζήτηση, με αποτέλεσμα να καταγράφονται ακόμα και μηδενικές τιμές στην αγορά ρεύματος. Έτσι, έχει ανοίξει μια μεγάλη συζήτηση για τον «περιορισμό έγχυσης» στο δίκτυο, ρεύματος που παράγεται από ΑΠΕ. Μάλιστα υπάρχουν δημοσιεύματα για δρομολόγηση περικοπών μέχρι και 45% με νομοθετική ρύθμιση από το Υπ. Ενέργειας.
Όλη αυτή η συζήτηση αφορά τη διασφάλιση των κερδών των επενδυτών του κλάδου. Επαναφέρουν ένα τύπο των «αλήστου μνήμης» χωματερών της δεκαετίας του 1980, τότε που για να μην πέσουν οι τιμές των φρούτων προτιμούσαν να τα θάβουν και ας πέθαιναν από την πείνα σε φτωχές χώρες χιλιάδες παιδιά. Σήμερα, που οι λαϊκές οικογένειες, οι αυτοαπασχολούμενοι, οι μικροί επιχειρηματίες, οι αγρότες στενάζουν από τις υψηλές τιμές ρεύματος, σχεδιάζουν το «κόψιμό του» από το δίκτυο για να διατηρήσουν τις τιμές ψιλά, για να είναι κερδοφόρες οι μπίζνες τους!
Εκεί εδράζεται και η «πρεμούρα» να δοθούν οικονομικά κίνητρα γα να στραφούν κεφάλαια σε έργα αποθήκευσης ενέργειας, σε «μπαταρίες γίγας» – μόνο σήμερα γνωμοδοτούμε για 4 τέτοια επικίνδυνα κατασκευάσματα 2 στο Δήμο Μονεμβασιάς με ισχύ απορρόφησης 100 MW και άλλα 2 στη Μεγαλόπολη με ισχύ 150 MW. Κίνητρα δηλαδή για να αγοράζουν και να αποθηκεύουν φθηνή ενέργεια και να την πουλάνε μετά πανάκριβα!
Αλήθεια όμως πόση ενέργεια είναι εφικτό να αποθηκευτεί; Πόσο τελικά πρέπει να κάνει το ρεύμα για να συνεχιστεί αυτή η αδιέξοδη πολιτική;
Σήμερα, η ζήτηση τις μεσημεριανές ώρες αιχμής είναι όλη κι όλη 9 GW. Μπαίνουν στο δίκτυο 12 GW από έργα ΑΠΕ, άλλα 15 GW είναι κοντά στη σύνδεση. Και περίπου 40 GW είναι σε αναμονή για να λάβουν άδεια σύνδεσης!
Την ώρα που:
- «περισσεύουν» τεράστιες ποσότητες ρεύματος από ΑΠΕ,
- καταστρέφονται βουνά, δάση, ποτάμια, αγροτική γη υψηλής παραγωγικότητας,
- ξεσηκώνονται λαϊκές αντιδράσεις από την πολιτική επέλασης των ΑΠΕ,
- οι μπαταρίες ανεβάζουν κατακόρυφα τον κίνδυνο ατυχήματος,
εσείς επιμένετε στην θετική γνωμοδότηση τέτοιων επενδύσεων γιατί ουσιαστικά συμφωνείτε με αυτή τη πολιτική και το σχεδιασμό που δεν έχει καμία σχέση με την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών του λαού αλλά μόνο με την κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων.
Η όποια διαφωνία σας σε ορισμένες μόνο εγκαταστάσεις ΑΠΕ, δεν έγκειται στην ουσιαστική αντίθεσή σας σε αυτό το σχεδιασμό, αλλά δεν θέλετε να πάτε κόντρα στην ολοένα και αυξανόμενη αντίσταση που εκφράζεται τοπικά από τους κατοίκους αυτών των περιοχών, που καλά κάνουν και ξεσηκώνονται απέναντι στην καταστροφή του τόπου τους.
Γνωρίζετε όμως πολύ καλά ότι τα όποια «όχι» σας στα συμβούλια και τις επιτροπές, δεν αποτελούν εμπόδιο γι αυτούς που αδειοδοτούν, αφού οι σχεδιασμοί και οι επενδύσεις προχωρούν «ερήμην» των αρνητικών γνωμοδοτήσεων από τους φορείς και μόνο ο οργανωμένος αγώνας και η αντίσταση των κατοίκων μπορεί να καθυστερήσει και να τις αναστείλει.
Από αυτή την άποψη οι παρατάξεις, τα κόμματα αλλά και ο κάθε περιφερειακός σύμβουλος, έχει ευθύνη σήμερα για την θέση που παίρνει συνολικά απέναντι σε αυτό το έγκλημα, σε βάρος του λαού και του περιβάλλοντος που είναι σε εξέλιξη.
Εμείς λέμε ξεκάθαρα: Καμία αδειοδότηση σε νέα έργα ΑΠΕ που τελικά επιβαρύνουν το λαϊκό εισόδημα και αυγαταίνουν τα κέρδη των επενδυτών!
Είμαστε αντίθετοι από θέση αρχής, στην εκχώρηση της ενέργειας στα χέρια των ιδιωτικών εταιρειών και αγωνιζόμαστε η παραγωγή και η διανομή της ενέργειας από όλες τις πηγές, να ανήκει σε έναν αποκλειστικά εθνικό φορέα, στο πλαίσιο της γενικότερης αλλαγής που επιδιώκουμε σε επίπεδο εξουσίας και οικονομίας, ώστε να εξασφαλίζεται φθηνό ρεύμα σε όλο το λαό και για την κάλυψη όλων των αναγκών της οικονομίας, με σαφή χωροθέτηση και με σεβασμό στο περιβάλλον.
Απ’ αυτή τη σκοπιά έχουμε καταψηφίσει στο Περιφερειακό Συμβούλιο Πελοποννήσου όλες τις επιχειρηματικές επενδύσεις στην ενέργεια που την μετατρέπουν σε ακριβό εμπόρευμα για το λαό και πεδίο μεγάλης κερδοφορίας για το κεφάλαιο, καταστρέφοντας σε αρκετές περιπτώσεις, όπως και στις συγκεκριμένες που συζητάμε σήμερα, την γεωργοκτηνοτροφική παραγωγή, αλλά και το περιβάλλον.