άρθρο του Γιάννη Μανιάτη στα ΝΕΑ (07/12/2024)
Το ποσοστό των συμπολιτών μας που δεν μπορούσαν να θερμάνουν επαρκώς το σπίτι τους, αυξήθηκε από 17,9% το 2019 σε 19,2% το 2023 (Eurostat). Ταυτόχρονα, στο τέλος του έτους «σβήνουν» οι λιγνιτικές Μονάδες Μελίτης και Μεγαλόπολης, χωρίς κανείς να γνωρίζει το βαθμό υλοποίησης του Σχεδίου Δίκαιης Μετάβασης σε Δυτική Μακεδονία και Μεγαλόπολη.
Η αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας απαιτεί συνδυασμό μέτρων που περιλαμβάνουν αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, βελτίωση της εξοικονόμησης ενέργειας στις κατοικίες και μείωση των τιμών ενέργειας.
Δυστυχώς, συνεχίζουμε να βαδίζουμε προς την αντίθετη κατεύθυνση. Το 2022 το μέσο πραγματικό εισόδημα στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 3,4% και το 18,4% του πληθυσμού βρισκόταν σε κίνδυνο φτώχιας, σε μια χρονιά ρεκόρ για τα κέρδη των εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθήνας (10,3 δις).
Στην ενεργειακή αναβάθμιση των κατοικιών, η κατάσταση παραμένει αδιανόητα συγκεχυμένη. Στο σχέδιο ΕΣΕΚ, η κυβέρνηση προβλέπει 68.000 ετήσιες ανακαινίσεις (2025-2030), ενώ μέχρι σήμερα κινείται με λιγότερες από τις μισές (28.850 ετησίως) και ταυτόχρονα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απαντά σε σχετική ερώτησή μου ότι μέχρι το 2027 θα ανακαινίζονται μόνο 12.270 κατοικίες ετησίως!
Στην εκτόξευση των τιμών ηλεκτρισμού στην Ελλάδα, δεν μπορεί η κυβέρνηση να μεταθέτει τις ευθύνες στην «κακή» Επιτροπή, αφού η Κυβέρνηση ενέκρινε την τελευταία τροποποίηση του ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου, για σχεδόν απαγόρευση στη λήψη εθνικών μέτρων αντιμετώπισης βραχυχρόνιων κρίσεων τιμών. Ταυτόχρονα, δεν έχει ακόμα μεταφέρει στο εθνικό δίκαιο την Οδηγία που επιτρέπει την αξιοποίηση νέων εργαλείων, όπως οι μακροχρόνιες συμβάσεις.
Επιπλέον, η χώρα εφάρμοσε έναν άστοχο σχεδιασμό τα τελευταία χρόνια: α) ταχύτερη από το απαιτούμενο απολιγνιτοποίηση (σύμφωνα με τον ΟΗΕ η Ελλάδα ήταν η χώρα με τη μεγαλύτερη παγκοσμίως απολιγινιτοποίηση ύψους -41%, όταν για το ίδιο διάστημα, π.χ. η Γερμανία είχε -21% και η Πορτογαλία -24%, β) μεγαλύτερη εξάρτηση από το εισαγόμενο φυσικό αέριο, χωρίς κανένα ενδιαφέρον να αξιοποιήσουμε τα πλούσια ελληνικά κοιτάσματα (το 2022 ο δείκτης ενεργειακής μας εξάρτησης ήταν 76%, ενώ της ΕΕ μόλις 62,5%), γ) έλλειψη επενδύσεων σε δίκτυα και αποθήκευση, που θα επέτρεπε τη βέλτιστη αξιοποίηση των Ανανεώσιμων Πηγών και οδήγησε σε μια αγορά που ο Διαχειριστής είναι αναγκασμένος να απορρίπτει την πλεονάζουσα φθηνή παραγωγή Ανανεώσιμων, ενώ δ) το πανάκριβο εισαγόμενο φυσικό αέριο (κυρίως υγροποιημένο) ορίζει την τιμή της χονδρικής τις περισσότερες ώρες.
Έκτακτα μέτρα, όπως ο φόρος που επιβλήθηκε τον περασμένο Αύγουστο στο φυσικό αέριο, αποτελούν πυροσβεστικά μέτρα και ανακυκλώνουν το πρόβλημα, καθώς τελικά αυξάνουν το κόστος της χονδρικής, που μεταφέρεται στους καταναλωτές.
Τέλος, ορθά προβάλλονται από όλους μας οι μεγάλες διεθνείς διασυνδέσεις ως μέρος της λύσης των προβλημάτων μας. Τη διασύνδεση Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ την εντάξαμε στον κατάλογο έργων προτεραιότητας της ΕΕ το 2013, όταν ήμουν Υπουργός, ταυτόχρονα με την ηλεκτρική σύνδεση Νέα Σάντα- Μαρίτσα, η οποία ολοκληρώθηκε μετά από μια δεκαετία. Για την πρώτη διασύνδεση, φτάσαμε το καλοκαίρι του 2024 αμφισβητήθηκε η υλοποίηση του έργου λόγω ανεπίλυτων ρυθμιστικών θεμάτων με την Κύπρο, αλλά και με την εκκίνηση μιας ερασιτεχνικής και εθνικά επιζήμιας συζήτησης Ελλάδας-Κύπρου-ΕΕ περί «γεωπολιτικού ρίσκου», ως κριτηρίου υλοποίησης του έργου, που κατέστησε την Τουρκία stakeholder στους εθνικούς μας ενεργειακούς σχεδιασμούς.
Η αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας και οι ισότιμες ευκαιρίες δίκαιης μετάβασης για όλους, δεν είναι μόνο ζητήματα κοινωνικής δικαιοσύνης, είναι ταυτόχρονα πυλώνες ανθεκτικότητας της δημοκρατίας και ενεργητικές πολιτικές κατά του λαϊκισμού και της ακροδεξιάς.