Η υπόθεση Novartis τα χε φάει τα ψωμιά της εδώ και πολλά χρόνια. Όταν ξέσπασε έκανε τεράστια εντύπωση στον απλό κόσμο, κυρίως λόγω της τότε ατάκας του Παπαγγελόπουλου για «το μεγαλύτερο σκάνδαλο από γενέσεως του ελληνικού κράτους» και του τρομερού σόου που έγινε στη Βουλή με τις δέκα κάλπες. Είχαν επίσης κάνει εντύπωση και οι «προστατευόμενοι μάρτυρες», καθώς ήταν καινούριο φρούτο και έφτιαχνε ωραίες εικόνες στο μυαλό των καφενόβιων.
Κατά τα λοιπά, μετά τον πρώτο καιρό, η υπόθεση ξέφτισε. Η πολιτική αντιπαράθεση γύρω από τις πτυχές της κούρασε, οι λαβύρινθοι των νομικών διαδικασιών της δεν αφορούσαν την καθημερινότητα των απλών πολιτών, από ένα σημείο και πέρα μόλις κάποιος ανέφερε στις τηλεοράσεις το όνομα Novartis μιλούσε εις ώτα μη ακουόντων. Ο χρόνος περνούσε, οι άνθρωποι δεν έβλεπαν καμιά πραγματική εξέλιξη στην ιστορία και κυρίως καμιά εντυπωσιακή εξέλιξη (σε σύγκριση με το εκρηκτικό της ξεκίνημα), έβγαλαν όλοι από ένα βασικό συμπέρασμα περί του τι έγινε και την άφησαν στην άκρη.
Σε μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης υπήρξε καταστάλαγμα ότι επρόκειτο για κατασκευασμένη Συριζαϊκή συνωμοσία, στα χνάρια του Πολακικού «αν δεν κλείσουμε μερικούς στη φυλακή, δεν θα ξανακερδίσουμε εκλογές». Σε άλλο μικρότερο κομμάτι της κοινής γνώμης επικράτησε η αντίληψη του «κουκουλώματος», αλλά επειδή όλοι ήξεραν ότι αν ο Σύριζα είχε έστω και ελάχιστα στοιχεία θα έκλεινε τους Πασοκο-νεοδημοκράτες στη φυλακή, το υποστηρίζουν ως γενική και αόριστη κατηγορία κατά του πολιτικού συστήματος.
Τα τελευταία χρόνια ουδείς ασχολείτο με την υπόθεση Novartis. Από τους κατηγορούμενους ο κόσμος θυμάται μόλις τρεις (Σαμαρά, Άδωνη, Λοβέρδο), άντε και τον Πικραμένο επειδή έκλαψε στην ομιλία του και συγκίνησε. Οι άλλοι έξι-επτά βγήκαν τελείως απ’ το πλάνο. Από τους κατηγόρους, για τον Παπαγγελόπουλο δεν νομίζω ότι υπάρχει άνθρωπος στην επικράτεια που θα πει καλή κουβέντα, την Τουλουπάκη ο κόσμος την έχει συνδέσει με κάτι κακό αλλά δεν θυμάται λεπτομέρειες, τον δε Καμένο που ήταν κράχτης της υπόθεσης τον έχει φάει η μαρμάγκα της ιστορίας. Από πολλά χρόνια πια, η Novartis είχε φάει τα ψωμιά της στη λαϊκή συνείδηση και δεν παρήγαγε πολιτικό αποτέλεσμα.
Και ξάφνου, βλέπω τον κόσμο να την ξανασυζητά. Όχι με την παλιά ένταση, αλλά πάντως να την έχει θέμα στην καθημερινή του κουβέντα με τον φίλο ή τον γείτονα. Γιατί; Μα λόγω των εκατομμυρίων. Άκουσε ο μέσος Έλληνας ότι στην ιστορία άλλαξαν χέρια 56 εκατομμύρια ευρώ και απόμεινε στήλη άλατος. Πήρε ο Σαράκης (που έκανε τον κατήγορο ηθικολόγο) 30 εκατομμύρια, πήραν οι δυο προστατευόμενοι άλλα 26 εκατομμύρια, τρελάθηκαν τα ανθρωπάκια μ’ αυτά που διάβασαν. «Για δέκα εκατομμύρια, εγώ θα έκλεινα φυλακή τη μισή Βουλή κι ας μην είχα κανένα στοιχείο για κανέναν» μου είπε γελώντας ένας γνωστός μου, «στο κάτω-κάτω, κι απ’ τη Novartis να μην ήξερα ότι τα πήραν, πολιτικοί είναι, από κάπου τα χουν αρπάξει.»
Καταλαβαίνετε τώρα πως πάει το πράγμα; Μπαίνουν όλοι στη θέση των κουκουλοφόρων και αναρωτιούνται αν για μερικά εκατομμύρια (που θα τους τακτοποιούσαν μια και καλή τη ζωή τους) θα γίνονταν ή δεν θα γίνονταν ψευδομάρτυρες εναντίον πολιτικών. Κι όλοι απαντούν «ναι». Οπότε καταλαβαίνετε ποια άποψη έχουν πια για την αξιοπιστία των προστατευόμενων και τι πανηγύρι έχει να γίνει εναντίον τους, έτσι και βγουν οι κουκούλες τους…