Ο ομότιμος καθηγητής Γεωπολιτικής στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης Γιώργος Πρεβελάκης, εκπρόσωπος της Ελλάδας στον ΟΟΣΑ, επί τέσσερα χρόνια, γνώστης της γαλλικής κοινωνίας και της διεθνούς αντίληψης, είναι κατηγορηματικός:
«Δεν μπορεί να υπάρξει μια κοινωνία χωρίς να έχει πνευματικό περιεχόμενο. Δεν μπορεί η κοινωνία να είναι μόνο υλιστική. Αξίες που ειρωνεύεται το άλλο άκρο, το κίνημα ”της αφύπνισης”, αυτές τις αξίες η κοινωνία πρέπει να τις ξαναφέρει πίσω».
Λίγες ώρες πριν από τον δεύτερο γύρο των γαλλικών εκλογών, παραθέτω βασικά σημεία από την συζήτηση που είχα με τον Γ. Πρεβελάκη, ο οποίος επί τετραετία (2019-23) εκπροσώπησε την Ελλάδα στον ΟΟΣΑ. Θεωρεί πως ο Οργανισμός, που έχει συνδεθεί (παρεξηγημένα) μονόπλευρα με την οικονομική ανάπτυξη, είναι ο μόνος διεθνής Οργανισμός που θα μπορούσε να αποτελέσει το εργαστήριο των νέων ευρωπαϊκών αξιών.
Ο καθηγητής επιμένει στον πολιτισμικό παράγοντα.
«Είναι πολύ σημαντικός στην πολιτική και τη γεωπολιτική. Η κυρίαρχη σκέψη, η σκέψη των ελίτ, έχει μείνει στο παρελθόν, έχει μείνει στην περασμένη εποχή. Δεν μπορεί να ανανεωθεί. Έχει ένα είδος δογματισμού. Και μια σειρά από στερεότυπα, από τα οποία το κυριότερο είναι ότι οι ελίτ δεν μπορούν να δεχθούν πως ο πολιτισμικός παράγοντας είναι πολύ σημαντικός στην πολιτική και τη γεωπολιτική. Περάσαμε μια μακρά περίοδο, στην οποία κυριαρχούσε η οικονομιστική ιδεολογία. Ας πάρουμε για παράδειγμα τη Γαλλία. Είναι μια χώρα πλούσια, υπάρχουν βέβαια κάποια προβλήματα, αλλά οι συνθήκες είναι καταπληκτικές σε σχέση με την υπόλοιπη ανθρωπότητα. Και παρ’ ολ’ αυτά ο κόσμος δεν είναι ευχαριστημένος. Απέναντι στην ευημερία χρειάζεται να υπάρχει απάντηση στα βασικά πολιτισμικά ζητήματα. Το ”ποιοι είμαστε” και το ”που τοποθετούμαστε”. Και δυστυχώς δεν μπορέσαμε να δημιουργήσουμε μια ταυτότητα πολιτισμική της Ευρώπης»!
Ρωτώ εάν οι Γάλλοι έγιναν ακροδεξιοί και φασίστες. Ο καθηγητής απαντά:
«Όχι. Στην Ελλάδα έχουμε μια εικόνα ότι η Γαλλία είναι η χώρα της δημοκρατίας των ελευθεριών κτλ. Υπάρχει, όμως, ένα κομμάτι της γαλλικής κοινωνίας και της γαλλικής παράδοσης που είναι ακροδεξιό. Η περίοδος που κυβερνήθηκε η Γαλλία από τον Πετάν, της κατοχικής κυβέρνησης στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν μια περίοδος όπου είχε απήχηση ο Πετάν. Δεν ήταν μια κατοχική κυβέρνηση αποκομμένη από τον γαλλικό πληθυσμό» και συνεχίζει:
«Η Ακροδεξιά στη Γαλλία έχει μια διάσταση θεωρητική. Έχουν υπάρξει διανοούμενοι, δεν είναι όπως εδώ που η Ακροδεξιά είναι τελείως επιφανειακή. Επομένως, υπάρχει ένα κομμάτι στη Γαλλία, δεν είναι κάτι που πέφτει από τον ουρανό.
Αυτό το κομμάτι είναι της τάξεως; Δύσκολο να το υπολογίσει κανείς. Δεν λέω ότι είναι πλειοψηφικό στον κόσμο, αλλά είναι το γενικό ρεύμα.
Συνεπώς, επιμένω, γιατί αυτό το ρεύμα; Γιατί εκφράζονται έτσι πολιτικά με τον τρόπο αυτό οι άνθρωποι, γιατί αυτή η αντίδραση των Γάλλων;
Ο κύριος Πρεβελάκης σημειώνει πως το ίδιο φαινόμενο το είδαμε στην Αμερική με τον Τραμπ. «Οι κοινωνίες μας έχουν βρεθεί περίπου στη μέση, ανάμεσα σε δύο στρατόπεδα. Από τη μια πλευρά είναι όσοι εντάσσονται, προσαρμόζονται και ωφελούνται από την παγκοσμιοποίηση και στο άλλο στρατόπεδο είναι όσοι έχουν μείνει πίσω και αισθάνονται υποβαθμισμένοι και τρόπον τινά χαμένοι χωρίς να ξέρουν που τοποθετούνται, ποιοι είναι, πως διαχωρίζονται από τους άλλους και επομένως αυτοί εκφράζουν την επιθυμία να γυρίσουν σε ένα υποθετικό παρελθόν σταθερότητας και ασφάλειας.
Ο μισός πληθυσμός των ΗΠΑ έχει αυτές τις απόψεις. Και οι Δημοκρατικοί έχουν επηρεαστεί και ο Μπάιντεν ακολούθησε προστατευτική πολιτική. Πάμε πολύ πίσω όσον αφορά το ”άνοιγμα” του κόσμου. Η αποδόμηση ήταν συνεχής και έχουμε βρεθεί με ένα μεγάλο πρόβλημα. Αφέθηκε αυτός ο χώρος ελεύθερος για να εισβάλλουν τα ακραία στοιχεία, τα οποία ζητούνε ξανακλειστούμε στα εθνικά σύνορα, να αποκλείσουμε τους ξένους, να περάσουμε στην ξενοφοβία. Χρειάζεται να βρούμε χρυσή τομή».
Έχει την άποψη ο καθηγητής ότι η Λεπέν θα τηρήσει αυτά που λέει;
«Πιστεύω, απαντά ο Γ. Πρεβελάκης, ότι έχουμε ένα πήγαινε-έλα στην ιστορία. Τώρα έχουμε ένα ρεύμα προς τα δεξιά, το προηγούμενο μεγάλο ρεύμα ήταν προς την αντίθετη κατεύθυνση, προς τα αριστερά. Πότε ήταν αυτό; Ήταν τη δεκαετία του ’80. Στη Γαλλία ο Μιτεράν, στην Ελλάδα ο Ανδρέας Παπανδρέου. Υπήρχε ένα ρεύμα προς τα αριστερά, με πολύ ακραίες θέσεις και απόψεις τις οποίες απορρόφησαν οι δύο ηγέτες και μετά τις εξομάλυναν. Αλλά έχουμε πάντα μια φάση ενδιάμεση κατά την οποία πρέπει κάπως να ικανοποιηθούν οι διακηρύξεις. Αυτή είναι επικίνδυνη φάση. Νομίζω ότι σε αυτό θα μπούμε τώρα. Έχουμε δηλώσεις που είναι ακραίες, είναι δηλώσεις ξενοφοβίας. Ή αυτό που έχει ξεκινήσει με τους ανθρώπους που έχουν διπλή υπηκοότητα. Έχω ιδιαίτερη ευαισθησία σε αυτό, διότι έχω κι εγώ διπλή υπηκοότητα. Ένας συνάδελφος καθηγητής με πήρε τηλέφωνο προσφάτως και με δούλευε ”τώρα θα σου αφαιρέσουμε και τη σύνταξη, θα δεις τι έχεις να πάθεις”».
Και προσθέτει:
«Αυτή η λογική του αποκλεισμού του άλλου είναι κι αυτή μέσα στη λογική του ”να χτίσουμε τείχη”. Υπάρχει φόβος να εμφανιστούν τέτοια φαινόμενα. Από άποψη οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής δεν ξέρω τι περιθώρια έχουν. Στην Ιταλία, όσον αφορά στην κοινωνική και οικονομική πολιτική βλέπουμε μια γρήγορη ευθυγράμμιση με τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Δεν αποκλείω πάντως να υπάρξει και μια φάση κατά την οποία θα γίνουν κάποιες εκδηλώσεις, κάποιες πολιτικές οι οποίες θα έχουν ένα χαρακτήρα ακραίο, διότι δεν μπορεί να σε έχει ψηφίσει όλος αυτός ο κόσμος με βάσει αυτές τις ακραίες δηλώσεις και μετά να πεις ”αλλάξαμε γνώμη”».
Η Αριστερά έχει απάντηση;
Ο καθηγητής είναι κατηγορηματικός: «Τα αριστερά κόμματα, όλη αυτή την εποχή, εντάχθηκαν στο στρατόπεδο το ευνοϊκό προς την παγκοσμιοποίηση και επομένως έχουν φθαρεί. Δεν μπορούν να παρουσιαστούν ως κάτι καινούριο. Και ο κόσμος, αυτός ο κόσμος ζητάει μια άλλη απάντηση. Ο κόσμος είναι αντι-ελίτ και στρέφεται εναντίον των ελίτ. Και στις ελίτ συμπεριλαμβάνει και την αριστερά. Μια πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση είναι η γεωγραφική. Πού βρίσκονται οι περισσότεροι που είναι αντίθετοι προς την παγκοσμιοποίηση; Στις επαρχίες που είναι αποκομμένες. Ένα φαινόμενο που ζήσαμε είναι οι προσπάθειες των κρατών να μεταφέρουν την ανάπτυξη προς την ενδοχώρα. Είχαμε περιφερειακή ανάπτυξη, είχαμε χωροταξία. Αυτά κάποια στιγμή εξαφανίστηκαν. Δόθηκε έμφαση στις πρωτεύουσες και στις μεγάλες πόλεις, προκειμένου να ενταχθούν στα παγκόσμια δίκτυα. Αυτό δημιούργησε μια τομή.
Ο πόλεμος των δικτύων, έναντι των εδαφών. Τώρα έχουμε τη διεκδίκηση των εδαφών, την τάση των ανθρώπων να κλειστούν, να ξαναδημιουργήσουν το χώρο τους και να ξαναβρούν ένα είδος αλληλεγγύης ανάμεσα στα κέντρα και τις περιφέρειες.
Αν ανήκεις σε μια ελίτ και κινείσαι μεταξύ Παρισιού-Βοστόνης, είσαι εντάξει με την παγκοσμιοποίηση, αλλά ο άλλος είναι χαμένος και βλέπει να εξελίσσεται ένα κόσμος, που δεν ξέρει που εντάσσεται, αγχώνεται και φυσικά ψάχνει απαντήσεις. Και ψάχνει απαντήσεις ακραίες. Το ζητούμενο είναι να βρούμε μια μέση οδό, ανάμεσα στο άνοιγμα που δημιουργεί αυτές τις εντάσεις και κατόπιν την Ακροδεξιά αντίδραση. Έχουμε αφήσει ελεύθερο το πεδίο του πολιτισμού κι εκεί εισβάλλουν οι ακραίοι και το καταλαμβάνουν».
Ενώ αντιθέτως, αντιτείνω, αυτός ο κόσμος βλέπει ότι τα αυταρχικά καθεστώτα έχουν μια κάποια ιδεολογία και μια ισχύ.
Ο καθηγητής επισημαίνει: «Η επίθεση του Πούτιν είναι κατά βάση πολιτισμική. Αυτό που λέει είναι ότι το πολιτισμικό σας μοντέλο είναι παρακμιακό κι εγώ αναβαθμίζω τις παλιές αξίες. Η θρησκεία, ο θρησκευτικό παράγοντας, που παίρνει το ρόλο που έχει η ιδεολογία. Κατέρρευσε η κομμουνιστική ιδεολογία που ήταν ο παράγοντας της συνοχής και παίρνει τη θέση της η θρησκεία. Μπορεί να την απορρίπτουν όσοι θεωρούν ότι πρέπει η θρησκεία να είναι στο περιθώριο, αλλά είναι μια πραγματικότητα παντού. Το Ισλάμ στον μουσουλμανικό κόσμο, όπου εκεί η θρησκεία παίζει δομικό ρόλο. Ο μουσουλμανικός κόσμος ήταν οριοθετημένος στη Βόρεια Αφρική και την Ασία. Τώρα, λόγω των μεταναστεύσεων υπάρχει μια μουσουλμανική διασπορά. Είναι ο κύριος γεωπολιτικός παράγοντας του μέλλοντος. Αν δεν μελετήσουμε το ρόλο της θρησκείας στην πολιτική χάνουμε την ουσία.
Χρειάζεται μια θεμελιακή θεωρητική αναθεώρηση για την οποία ενδεχομένως δεν έχουμε προετοιμαστεί, καταλήγει ο συνομιλητής μας.
«Τα think tanks που έχουμε, τα πανεπιστήμια είναι σε άλλη εποχή. Το πρόβλημα είναι ότι έχουμε μια πνευματική ηγεσία, η οποία έχει κλειστεί μέσα σε μια γυάλα. Δεν έχει επαφή, δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι ο πληθυσμός της γης, η μεγάλη μάζα των ανθρώπων είναι έξω από αυτό το χώρο που βλέπουν. Υπάρχει αυτή η εσωστρέφεια, πρέπει να βρούμε τη χρυσή τομή ανάμεσα στα δυο άκρα, αυτό συνήθως δεν γίνεται εύκολα, γίνεται μετά από κρίσεις. Το έδαφος πρέπει να αρχίσουμε να το προετοιμάζομαι. Να επιστρέψουμε στις αξίες και να προλάβουμε την επέκταση του ιού».